Επιμέλεια συνέντευξης: Κωνσταντίνος Πλατής
Αν έχω καταλάβει καλά στο θέατρο “Κάτω από τη γέφυρα” λειτουργείτε περισσότερο ως “οικογένεια” και όχι ως μια τυπική θεατρική ομάδα. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και ποια τα μειονεκτήματα αυτής της “σχέσης” ;
Νίκος Δαφνής: Πολύ σωστός ο συσχετισμός. Σε μια οικογένεια (χωρίς εισαγωγικά) δε έχουν θέση οι ανταγωνισμοί ή τα «καρφώματα», τα ρουφιανιλίκια και τα «γλυψίματα».
Προφανώς υπάρχουν αντιθέσεις. Αλλά πάντα, στο πλαίσιο του αλληλοσεβασμού και της αλληλεγγύης στα καθημερινά προβλήματα κάθε φύσης. Ασφαλώς, σ’ αυτή την εργασιακή ειρήνη παίζει το ρόλο της η οικονομική ασφάλεια και συνέπεια, όπως άλλωστε και οι όμορες αισθητικές, κοινωνικές (αλλά και πολιτικές) απόψεις, στην κοινή «γλώσσα» που μιλάμε στη «Γέφυρα».
Είμαι σίγουρος ότι αυτά δεν θα αλλάξουν και όταν εγώ αφήσω το «τιμόνι».
Υπάρχει όμως και κάτι εξαιρετικά οδυνηρό, που συχνά λειτουργεί σε βάρος της δουλειάς μας. ΠΟΛΥ συχνά απορρίπτω έργα που οι ρόλοι δεν «κουμπώνουν» στα μέλη της …οικογένειας. Έτσι, συχνά οι επιλογές μου γίνονται στη βάση του να μη μείνει κανείς χωρίς δουλειά. Αυτό είναι πραγματικός «εφιάλτης» που με κάνει να χάνω τον ύπνο μου. Και το χειρότερο: Με εμποδίζει να γνωρίσω νέους συνεργάτες.
ο ιδρυτής του θεάτρου “Κάτω από τη γέφυρα” Νίκος Δαφνής
Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου: Το θέατρο αυτό φτιάχτηκε από τα χέρια του Νίκου Δαφνή. Από τον χώρο τούτο που στεγάζεται κάτω από μια γέφυρα εδώ και 20 χρόνια πέρασαν τρεις εκατοντάδες συνεργάτες. Κάποιοι παρέμειναν, κάποιοι πήραν την σύνταξή τους από εδώ, με κάποιους ακόμη κι αν δεν συνεργαζόμαστε πια ή αυτή την περίοδο, περνάνε πολύ συχνά από εδώ και πίνουμε καφέ. Υπάρχει πολλή αγάπη σ’ αυτό το χώρο και πολύ μεράκι για τη δουλειά μας. Το θέατρο αυτό είναι μια μικρή κοινωνία. Όλοι πασχίζουμε για το καλύτερο και όλοι ανεξαιρέτως το θεωρούμε και λίγο εώς πολύ σπίτι μας. Είναι μια μεγάλη αγκαλιά για όλους. Και δεν μιλάω μόνο για τον χώρο ως χώρο αλλά και ως ενέργεια. Το θέατρο αυτό είναι οι άνθρωποί του. Είναι ο Νίκος ,είναι η Ελένη, η Αρετή, η 2η Αρετή, η Μαρία, η Δήμητρα, ο Χρήστος, ο Κώστας, ο 2ος Κώστας, ο Οδυσσέας, ο Θοδωρής, ο Πασχάλης, η Κατερίνα, η 2η Κατερίνα, ο Σωκράτης, η Σωτηρία, η Πελαγία, ο Γιώργος ,ο 2ος Γιώργος, ο 2ος Νίκος, ο Πέτρος, ο Κοραής, η Δανάη, η 2η Μαρία, ο Στέφανος και πρόσφατα η 3η Μαρία και ο Γιάννης και είμαι κι εγώ.
Αυτή είναι η οικογένειά Κάτω απ’τη Γέφυρα και ως έτσι λειτουργούμε κάτω από τη μπακέτα του «πατήρ» Νίκου Δαφνή…
Το να ανήκεις σ’ αυτή την οικογένεια ομολογώ ότι τα πλεονεκτήματα είναι πολύ περισσότερα από τα μειονεκτήματά. Με πολλή αγάπη, σεβασμό, αξίες όπως η ιεραρχία, ο καθένας δουλεύει στο πόστο του αλλά πάντα θα ενδιαφερθεί και για τον συνάδελφό του χωρίς να μπλέκεται στα ¨πόδια¨ του, όλα δουλεύουν ρολόι. Ο ένας προστατεύει τον άλλον και τον βοηθάει να εξελιχθεί για το καλό του και το καλό της ίδιας της ¨οικογένειας¨.
Όχι ,δεν βρίσκω κανένα μειονέκτημα σ’αυτή τη σχέση πέρα από το γεγονός ότι όποιος περάσει από αυτή την “οικογένεια” είτε ως συνεργάτης είτε ως επισκέπτης δένεται τόσο που του είναι δύσκολο να μας αποχωριστεί και να τον αποχωριστούμε.
Αυτός είναι και ο βασικός λόγος, πέρα από την αξία του καθενός μας, που το «Θέατρο Κάτω Απ’ Τη Γέφυρα» έχει σταθερές και μακροχρόνιες συνεργασίες αλλά και σταθερές σχέσεις με το κοινό.
Στις “Βρώμικες ιστορίες” το κοινό βλέπει χαρακτήρες καθημερινούς ή χαρακτήρες που είναι “μακριά από αυτόν” και του δίνεται έτσι η ευκαιρία να τους παρατηρήσει;
Νίκος Δαφνής: Νομίζω ότι όποιος κάνει μια τέτοια ερώτηση γνωρίζει και την απάντηση.
Το ξέρει ότι οι χαρακτήρες στις «Βρώμικες ιστορίες», είναι εφιαλτικά αναγνωρίσιμοι.
Κι αν είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας θα μπορούσε (εν δυνάμει) να είμαστε ΕΜΕΙΣ ακριβώς, όσο κι αν μας ενοχλεί. Αυτό βέβαια δεν θα εμποδίσει να τους παρατηρήσουμε και να σταθούμε κριτικά (ή ΑΥΤΟκριτικά αν θες) απέναντί τους.
Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου: Στις «Βρώμικες ιστορίες» το κοινό θα δει σίγουρα αναγνωρίσιμους χαρακτήρες.
Σ’ αυτό το έργο δεν υποδυόμαστε κάποιους άλλους αλλά γινόμαστε αυτοί.
Είναι ο διεφθαρμένος πολιτικός, ο χρηματιζόμενος γιατρός, η ¨στην κοσμάρα της¨΄ κοινωνική λειτουργός, ο συνδικαλιστής εργατοπατέρας, ο πουλημένος δημοσιογράφος, η αφελής νοικοκυρά που βγαίνει στη βίζιτα για να γίνει σταρ, το λούμπεν προλεταριάτο, άνθρωποι του υποκόσμου, άνθρωποι που ζουν στο δρόμο, άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Χαρακτήρες που ξέρουμε, μας είναι πολύ αναγνωρίσιμοι καθημερινά από την τηλεόραση, την καθημερινότητά μας, στις δημόσιες υπηρεσίες, τον μπάτσο δημόσιο υπάλληλο, την άστεγη γιαγιά που κυκλοφορεί με το καροτσάκι του σούπερ μάρκετ στο δρόμο με τα υπάρχοντά της, τον περιπλανώμενο μουσικό που βγάζει κάθε μέρα το καπέλο του στα πεζοδρόμια, τον αθλητή που δίνει στημένους αγώνες. Όλοι αντικατοπτρίζουν μια κοινωνία γνώριμη σε όλους μας, πολλή οικεία αλλά και πολλή απωθητική. Μέσα από το πρίσμα βέβαια της κωμωδίας και του φλεγματικού αγγλικού χιούμορ παρουσιάζεται στην κεντρική σκηνή μας κάθε Σάββατο.
Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου
Τελευταία ακούγεται η πληροφορία ότι η κυβέρνηση θα επαναφέρει τις επιχορηγήσεις στα θέατρα. Είναι αυτό μια θετική έκβαση για τον πολιτισμό;
Νίκος Δαφνής: Είναι πολύ δύσκολη η απάντηση, αφού το – αυτονόητο για πολλούς – «ναι», για μένα, είναι (και ήταν) αντικείμενο πολυετούς έρευνας και ενασχόλησης.
Είναι γνωστό, ότι από το 1981, παρακολουθώ τα πράγματα όχι μόνο σαν άτομο (εργαζόμενος καλλιτέχνης και δημιουργός) αλλά ενταγμένος μέσα σε ένα γενικότερο πολιτικό, πολιτιστικό και συνδικαλιστικό κίνημα.
Ο θεσμός των επιχορηγήσεων, πράγματι, βοήθησε να αναδειχθούν μερικοί σημαντικοί καλλιτέχνες και να επιβιώσουν αξιόπιστες θεατρικές δουλειές.
Από την άλλη όμως, κράτησε στο «χώρο» δεκάδες ψώνια και πονηρούς κρατικοδίαιτους, που έστησαν τις καριέρες τους στην πλάτη εκατοντάδων υποαπασχολούμενων και … «εθελοντών».
Νομίζω ότι ΑΝ λειτουργήσει ξανά ο θεσμός αυτός (που δεν το βλέπω) πρέπει να λειτουργήσει σε εντελώς νέα βάση. Κι αυτό είναι μεγάλη συζήτηση.
Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου: Μακάρι να συμβεί κάτι τέτοιο, γιατί το θέατρο στηρίζεται πλέον μόνο στην ιδιωτική χορηγία και δεν ξέρω αν αυτό σε κάθε περίπτωση είναι καλό, φτάνει οι επιχορηγήσεις να δοθούν με αξιοκρατικά κριτήρια.
Όπως και να’ χει όμως είναι καλό να επενδύονται χρήματα στον πολιτισμό γιατί η σχέση Κράτους – Τέχνης πρέπει να είναι αμφίδρομη, αν και το Κράτος έχει να κερδίσει πολύ περισσότερα από την Τέχνη.
Το θέατρο είναι η προτεραιότητα στη ζωή σας;
Νίκος Δαφνής: Ναι είναι.
Και θα συνεχίσει να είναι, όσο κι αν – 45 χρόνια τώρα – προσπαθώ να … γίνω καλά.
Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου: Το θέατρο είχε πάντα προτεραιότητα στη ζωή μου χωρίς να σημαίνει ότι δεν επενδύω και σε άλλους στόχους επαγγελματικούς ή προσωπικούς..
Στο θέατρο όμως νιώθω την απόλυτη ύπαρξη, ολοκλήρωση και ισορροπία.
Αισθάνομαι ότι ζω μέσα από αυτό πολλές ζωές.
Το θέατρο ως αντικείμενο τέχνης μου προσφέρει πολλά, την απόλυτη ικανοποίηση και όσο μαζοχιστικό μπορεί να ακούγεται αυτό, η ανασφάλεια μου ως άνθρωπος και καλλιτέχνης καταπραύνεται μόνο στη θεατρική σκηνή, σε σχέση με άλλα είδη τέχνης γι’ αυτό και όταν πολλοί μου λένε: μα γιατί δεν τραγουδάς πια; τους απαντώ ότι δεν έχω αυτή την ανάγκη.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ
Πηγή: theatromania.gr