Στην απόφαση για την επανάληψη της παράστασης (σαν «γιορτή» για τα 20χρονά μας) μέτρησε η επιτυχία της, το 2005 στον «Πίσω χώρο».
Ήταν ίδιο το κείμενο, ίδια η σκηνοθεσία, ίδια η εξαιρετική μουσική, ίδιοι οι τρεις ηθοποιοί (οι υπόλοιποι, εξ ίσου καλοί ή και καλύτεροι).
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ όμως δεν ήταν η ίδια.
Σκηνοθετικά «ακυβέρνητη», πολιτικά άχρωμη, χωρίς την εκρηκτική ενέργεια και το δηλητηριώδες χιούμορ εκείνης του ’05.Η καυστική πολιτική σάτιρα, κατάντησε μια κωμωδία με μπινελίκια.Κάποιοι τη βρήκαν διασκεδαστική. Άλλοι, χαριτωμένη.
Κι αυτό είναι παράξενο, γιατί οι θεατές μας – συνήθως – λένε αλήθεια. Ίσως φέτος, να μην ήθελαν να μας στενοχωρήσουν. Τι άλλο;
Ευτυχώς για όλους, δόθηκαν μόνο 27 παραστάσεις.
Συγνώμη.
Σκηνοθεσία – διασκευή (και ο κυρίως υπεύθυνος): Νίκος Δαφνής Έπαιξαν οι ηθοποιοί (με τη σειρά που εμφανίστηκαν στη σκηνή): Πελαγία Αγγελίδου, Γιώργος Χαλεπλής, Νίκος Δαφνής, Γιώργος Γιαννακόπουλος, Νίκος Ντούπης, Κων/να Σαραντοπούλου, Πέτρος Τσαπαλιάρης, Ελένη Δαφνή, Κώστας Κλάδης.
Για τους φωτισμούς φρόντισε ο Χρήστος Τσαμπάς.
Τη φωτογράφιση έκανε η (εξαιρετικά ταλαντούχα) Μαριέτα Ρούσσου.
Γνωρίζετε το «Μωραίνει κύριος …» ; Ε, αυτό ακριβώς έγινε.
Είχαμε την ευλογία της συνεργασίας με ένα σημαντικό σκηνοθέτη, φίλο και Άνθρωπο, τον Κοραή Δαμάτη και με μια από τις καλύτερες ελληνίδες ενδυματολόγους την Άννα Μαχαιριανάκη.
Είχαμε διάθεση να ξοδέψουμε χρήματα για το ανέβασμα και εννέα ορεξάτους ηθοποιούς, με διάθεση να κάνουν 4 μήνες πρόβα.
Και αποφασίσαμε να ανεβάσουμε ένα έργο, που … δεν ενδιέφερε ΚΑΝΕΝΑΝ να το δει. Πώς εξηγείται αυτό;
Γνωρίζετε το «Μωραίνει κύριος …» ; Ε, έτσι ακριβώς.
Δουλεμένοι με ακρίβεια οι ρόλοι, καταπληκτικά τα κοστούμια, οι μάσκες, ψυχωμένοι όλοι οι συντελεστές που δούλεψαν σκληρά με αυταπάρνηση για το καλύτερο.
Η παράσταση ήταν σπουδαία … αλλά δεν αρέσαμε.
Μεγάλη οικονομική ζημιά και ακόμα πιο μεγάλη απογοήτευση.
Αυτά συμβαίνουν. Συμπέρασμα:
Όταν ένα έργο γράφεται το 1622, ανεβαίνει για λίγες παραστάσεις και από τότε «εξαφανίζεται» για πέντε αιώνες, δεν είναι τυχαίο. Τέλος.
Μετάφραση: Γιώργος Σεβαστίκογλου
Σκηνοθεσία, φωτισμοί: Κοραής Δαμάτης
Κοστούμια: Άννα Μαχαιριανάκη
Μάσκες: Ελένη Σουμή
Βοηθός σκηνοθέτης: Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου
Πήραν μέρος (με τη σειρά που εμφανίστηκαν) οι ηθοποιοί:
Το θέατρο «Κάτω από τη γέφυρα στον Πειραιά» είναι ένας σημαντικός χώρος παραγωγής πολιτισμού. Στα τόσα χρόνια λειτουργίας έχει πλέον διαμορφώσει μια αξιόλογη πορεία με πρωταρχικό στόχο ό,τι παράγεται στο χώρο αυτό να έχει ειλικρίνεια και ένα minimum αισθητικής.
Αυτό γίνεται και φέτος στην παράσταση «Οι αλλοπαρμένοι», ένα ελισαβετιανό δράμα όπου ο συνδυασμός κωμωδίας, δράματος και γκροτέσκο αισθητικής απαιτεί την προσήλωση του κοινού καθόλη τη διάρκεια της παράστασης.
Το έργο γράφτηκε κατόπιν παραγγελίας του βασιλιά εκείνη την εποχή ο οποίος απαίτησε να υπάρχει και κωμικό στοιχείο μέσα στο έργο για να μη του χαλάει τη διάθεση. Κάτι αντίστοιχο με την τάση που έχουν κάποιοι θεατρικοί παραγωγοί σήμερα να επηρεάζουν τους σκηνοθέτες με σκοπό την πιο ανάλαφρη εκδοχή ενός έργου έτσι ώστε το ηλικιακό κοινό να είναι πιο ευρύ και να κόβουν περισσότερα εισιτήρια, πετυχαίνοντας, όμως , το αντίθετο αποτέλεσμα.
Το έργο λοιπόν έχει αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία. Οι εξαιρετικά φτιαγμένες μάσκες από την Ελένη Σουμή συμβολίζουν πολύ εύστοχα τα «προσωπεία» του καθωσπρεπισμού και της ηθικής εκείνης της εποχής. Τα βαθύτερα ένστικτα του ανθρώπου κάποια στιγμή βγαίνουν στην επιφάνεια και τότε είναι ανεξέλεγκτα και οι συνέπειες οδυνηρές.
Ο Κώστας Κλάδης είναι εξαιρετικός στο ρόλο του και με την επίσης ώριμη υποκριτικά Ελένη Δαφνή συνθέτουν ένα δυναμικό ζευγάρι πάνω στη σκηνή που συγκεντρώνει τα βλέμματα του κοινού πάνω τους.
Η σκηνοθεσία του Κοραή Δαμάτη είναι αρκετά καλή δίνοντας γρήγορο ρυθμό. Επίσης διαχειρίζεται με τρόπο που αποσυμφορίζει το δραματικό στοιχείο τις σκηνές του ψυχιατρείου.
Η σκόπιμη έλλειψη σκηνικών σε συνδυασμό με τα όμορφα κουστούμια εποχής της Άννας Μαχαιριανάκη δίνουν χώρο στη φαντασία του κοινού.
Γενικά πρόκειται για ένα απαιτητικό έργο τόσο από την πλευρά των συντελεστών όσο και από την πλευρά των θεατών για την προσήλωση που απαιτείται. Και οι δύο στο τέλος όμως αποζημιώνονται με το παραπάνω.
Το θέατρό μας έχει τρεις σκηνές. Την «κεντρική», τον «Πίσω χώρο» και την “Παιδική σκηνή” στις οποίες παρουσίασε περισσότερες απο 50 παραγωγές όλα αυτά τα χρόνια. Ενας μικρός απολογισμός και φωτογραφικό υλικό μας θυμίζουν και ξαναζωντανεύουν όλες μας τις παράστασεις ανα σκηνή και χρονολογία.
Η παράσταση εξαιρετική. Κυρίως λόγω της πολύ καλής διανομής και του σημαντικού (καινούργιου) στοιχείου της, που ήταν τα υπέροχα σκηνικά της Ελένης Σουμή.
Δυστυχώς, οι εισπράξεις ήταν πολύ μικρότερες των … αναμενομένων.
Οι ΔΥΟ (Σπύρος και Τάσος Λούκος ) δημιουργήθηκαν το 2010 και με βασικό τους όχημα τις κιθάρες και τις φωνές τους δημιούργησαν έναν ξεχωριστό ακουστικό ήχο, ο οποίος καθορίζει την ιδιαίτερη αισθητική των εμφανίσεών τους. Κάθε τους παράσταση αποτελεί μια μοναδική διαδρομή που ενώνει είδη κι εποχές.
Το αστικό blues συναντά τον Χατζιδάκι, και η δεκαετία του ’70 την σύγχρονη τραγουδοποιΐα.
Το Σάββατο 01/4/17 οι ΔΥΟ σας προσκαλούν στο ατμοσφαιρικό μπαρ του Θεάτρου Κάτω από τη Γέφυρα.
Το παραμύθι του Λουίς Σεπούλβεδα “Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΑΤΟΥ, ΠΟΥ ΕΜΑΘΕ Σ’ ΕΝΑ ΓΛΑΡΟ ΝΑ ΠΕΤΑΕΙ” Έργο τρυφερό κι ανθρώπινο (αν και πρωταγωνιστούν ζώα) έβαζε ένα σωρό ζητήματα στους μικρούς (και όχι μόνο) θεατές. Όπως η μόλυνση του περιβάλλοντος, η αγάπη για τα ζώα, η ευθύνη που ο κάθε ένας πρέπει να αναλάβει για να γίνει καλύτερος αυτός ο κόσμος.
Το έργο του Λουίς Σεπούλβεδα
“Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΑΤΟΥ, ΠΟΥ ΕΜΑΘΕ Σ’ ΕΝΑ ΓΛΑΡΟ ΝΑ ΠΕΤΑΕΙ”
Διασκευή – Σκηνοθεσία
Νίκος Δαφνής
Μια κλοουνερί εξουσίας που στήνει την παρωδία του πολέμου και ανθρώπινες καρδιές που πνίγονται μέσα στη λάσπη της γεμάτης ιδρώτα και αίμα γης. Πότε θα έρθει εκείνη η στιγμή που θα στήσουμε έναν παράδεισο εδώ στη γη; Πότε θα έχουμε τη δύναμη να σταθούμε ειλικρινείς απέναντι στη μνήμη και αποφασισμένοι απέναντι στην ελπίδα; Πότε θα ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί; Μια ιστορία που αν δεν ήταν τόσο τραγικά επίκαιρη θα ήταν η ίδια μας η ζωή. Ήταν μια πραγματικά πολύ σημαντική παράσταση.
Στην πραγματικότητα ήταν η φιλοξενία (με όρους που θα μπορούσε να θεωρηθούν «συμπαραγωγή») μιας εξαιρετικής (από πλευράς ήθους και ταλέντου) νεανικής θεατρικής ομάδας, που μας τίμησε με το όνομα «ΓΕΦΥΡΑ» στην επωνυμία της.
Βασισμένη στο αντιπολεμικό έργο του Ίρβιν Σόου «Θάψτε τους νεκρούς», η παρθενική εμφάνιση της ομάδας, στέφθηκε από μεγάλη επιτυχία. Γι’ αυτό και επαναλήφθηκε για λίγες παραστάσεις ΚΑΙ την επόμενη περίοδο.
Οι παραστάσεις ολοκληρώθηκαν σε ένα θέατρο ασφυκτικά γεμάτο.