ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΔΑΦΝΗ ΣΤΟ ELA MAZI

Η πορεία του ηθοποιού Νίκου Δαφνή είναι εκτενής και αξιοσέβαστη, το ίδιο και το κύρος του! Οι περισσότεροι τον θυμόμαστε από τις μεγάλες τηλεοπτικές του συμμετοχές, ενώ πλέον ως ιδρυτής του “Θεάτρου Κάτω από τη Γέφυρα” διατηρεί και την ιδιότητα του σκηνοθέτη στις παιδικές παραγωγές του ομώνυμου θιάσου, χωρίς να αποποιείται την ιδιότητα του ηθοποιού στο ίδιο θέατρο.

Ο καταξιωμένος “λειτουργός” του θεάτρου για τη φετινή σεζόν συμμετέχει υποκριτικά στις “Πέντε Σιωπές” που παρουσιάζεται για τρίτη χρονιά και στις “Βρώμικες Ιστορίες” , δυο παραγωγές που απευθύνονται σε ενήλικες, ενώ στη παιδική σκηνή ως σκηνοθέτης επιμελείται της παραγωγής “Η ιστορία του Γάτου που Έμαθε σ’ ένα Γλάρο να Πετάει“.

Για τους ενήλικες, είστε ένας καταξιωμένος ηθοποιός έχοντας συνεργαστεί με ονομαστούς θιάσους, όπως αυτός της Καρέζη, του Χορν κ.α. ενώ είστε ιδιαίτερα γνωστός από τις συμμετοχές σας στη τηλεόραση. Ποια συνεργασία υπήρξε καθοριστική στη διαμόρφωση της ταυτότητάς σας ως ηθοποιός?

Δεν είναι καθόλου εύκολη η απάντηση. Αρχικά, γιατί κάποιοι που εγώ θεωρώ δασκάλους μου, είναι άγνωστοι σ’ αυτό που λέμε «πλατύ» κοινό. Κι αν από το μεγάλο σκηνοθέτη Μίνωα Βολανάκη κατάλαβα τι σημαίνει ακρίβεια (στη σκηνική δράση) απ’ τον θεατράνθρωπο Νίκο Χατζίσκο, κατάλαβα ότι όσο πιο πολύ σέβεσαι το θέατρο, τόσο πιο δύσκολα θα ζήσεις από αυτό. Υπήρξαν βέβαια κάποιοι που θαύμασα ιδιαίτερα. Την Καρέζη, για τη μοναδική αίσθηση του timing, τη Βουγιουκλάκη για την εργατικότητα, τον Αλεξανδράκη για το σκηνικό ήθος του.

Όμως αυτά δεν μαθαίνονται. Ή τα ‘χεις ή δεν τα ‘χεις.

Υπήρξαν βέβαια και αρκετοί (εξαιρετικά πετυχημένοι και «διάσημοι») που μου έδειξαν τι να ΜΗΝ κάνω. Δεν θέλω να τους αναφέρω, αφού και οι ίδιοι, ποτέ δεν κατάλαβαν πόσα μου έμαθαν με την απαράδεκτη συμπεριφορά τους απέναντι σ’ εμένα και στους συναδέλφους μας.

Για τα παιδιά, είστε ευρέως γνωστός ως ο σκηνοθέτης των παραστάσεων για παιδιά που παρουσιάζει το «Θέατρο Κάτω από τη Γέφυρα». Αλήθεια, ποια ιδέα υπηρετεί αυτό το είδος θεάτρου, όπως εσείς το ορίζετε, και ποιες είναι οι προθέσεις σας απέναντι στο θεατρικό κοινό;

Η εμπλοκή μου με το «θέατρο για τα παιδιά», ξεκίνησε το 1981, όταν με άλλους τρεις συνάδελφους ιδρύσαμε τον ιστορικό «Θίασο ‘81».

Από την πρώτη στιγμή δεσμευτήκαμε με αρχές, που δεν προδώσαμε ποτέ. Αυτές οι αρχές διέπουν τη φιλοσοφία της «παιδικής» μας σκηνής.

Η βασικότερη: Το θέατρο δεν προσδιορίζεται, από το τι αρέσει στο κοινό.

Αντίθετα, το θέατρο προσδιορίζει και κατευθύνει το κοινό.

Αρνούμαι να υπάρχει θέατρο για παιδιά και θέατρο για ενήλικες.

Υπάρχει κακό θέατρο και καλό θέατρο (που πιστεύω ότι έντιμα υπηρετώ).

Αν κάποιες παραστάσεις ΠΟΛΥ καλού θεάτρου, μπορούν να τις κατανοήσουν ΚΑΙ παιδιά, τότε τους αξίζει ο χαρακτηρισμός «ΚΑΙ για παιδιά».

Αυτό ίσως να ξεκινάει από την πεποίθηση ότι θεωρώ τα παιδιά ισότιμους πολίτες, που απλά έτυχε να γεννηθούν μετά από μας.

Είναι οι αυριανοί εργαζόμενοι, οι επιστήμονες, οι διανοούμενοι, οι ιερείς, οι έμποροι, οι πολιτικοί, οι … πρωθυπουργοί.

Δεν με ενδιαφέρει να περάσουν τα παιδιά μιάμιση ευχάριστη ώρα, ούτε ποτέ θα τα «γαργαλήσω» για να … χαχανίσουν.

Είμαι περήφανος, που στο Συρανό ντε Μπερζεράκ, εκατοντάδες παιδιά μας ρωτούσαν στο τέλος της παράστασης, αν πειράζει που … έκλαψαν.

Με ενδιαφέρει, σε μιάμιση ώρα να γίνουν τα παιδιά πιο απαιτητικοί θεατές και (όσο είναι δυνατό) πιο καλοί πολίτες.

Συχνά με ρωτούν, τι προσόντα πρέπει να έχει ένας καλλιτέχνης που δρα και εργάζεται στο «χώρο», για να ασχοληθεί και με το «θέατρο για τα παιδιά». Δεν μπορώ να βρω άλλη απάντηση, παρά μόνο αυτήν: Περισσότερα (!!!).

Παρουσιάζετε ανελλιπώς κάθε χρόνο παραγωγές που απευθύνονται σε παιδικό κοινό και είναι εμπνευσμένες από τη ξένη και την ελληνική βιβλιογραφία. Φαίνεται, λοιπόν, ότι δίνεται μεγάλη βαρύτητα στο κοινό αυτό. Ποια ιδέα «κρύβεται» πίσω από αυτήν την επιλογή;

Είναι αλήθεια ότι ποτέ οι συγγραφείς μας δεν είχαν «κίνητρο» για να γράψουν θέατρο για τα παιδιά. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις, απλά επαληθεύουν τον κανόνα. Έτσι, παρουσιάζεται το φαινόμενο να μην υπάρχουν καινούργια θεατρικά έργα για παιδιά.

Δεν είναι τυχαίο, που πολλοί θίασοι ανεβάζουν κάθε πέντε-έξι χρόνια τα ίδια έργα (τόσο είναι το διάστημα που το κοινό αλλάζει, λόγω … ηλικίας).

Από την άλλη, ελάχιστοι διαβάζουν πια λογοτεχνία.

Προτιμώ λοιπόν να διασκευάσω ένα σύγχρονο πεζό κείμενο παρά να αναμασώ ένα χιλιοπαιγμένο ρεπερτόριο που δεν έχει τίποτα άλλο να προσφέρει από μια οικονομική επιτυχία (που ποτέ δεν είναι δεδομένη).

Δυστυχώς όμως, πολλές φορές, και αυτό είναι μονόδρομος.

Θα ήθελα – πιστέψτε με – να υπήρχε μια (μικρή έστω) χρηματοδότηση, για να ρισκάρω το ανέβασμα ενός έργου, που να τα αναμετριέται με τους «δράκους» της ΑΛΗΘΙΝΗΣ ζωής. Την ψυχρότητα στις σχέσεις, την ύπαρξη «τρίτου» ανθρώπου, το διαζύγιο, την απόλυση, την ανέχεια, την αποτυχία, την αρρώστια, το θάνατο …

Το λέω και με περνάνε για τρελό. Και ίσως έχουν δίκιο. Αλλά – σας ρωτώ – πόσα παιδιά γνωρίζουν αυτές τις έννοιες πριν τις βιώσουν στην πράξη;

Αυτή η λογική, να φτιάχνουμε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον (ροζ ή τυρκουάζ κατά προτίμηση) με δεδομένο και προβλέψιμο «happy end», θεωρώ ότι είναι η ρίζα της αρρώστιας της εποχής μας. Της κατάθλιψης.

Για τη φετινή σεζόν 2016-2017 παρουσιάζεται τη παράσταση « ο Γάτος που έμαθε σε ένα γλάρο να πετά» βασισμένο το πασίγνωστο βιβλίο του Sepúlveda Luis. Τι διδάσκει η ιστορία του γάτου και τι την κάνει τόσο ξεχωριστή;

Βάζει πολλά θέματα αυτό το αριστούργημα του «τρελού» Χιλιάνου.

Το δικαίωμα στη διαφορετικότητα, την πραγματική και άδολη φιλία, την ανάγκη της τέχνης και της ποίησης, της μόνης που μπορεί σήμερα να μας δώσει τα «φτερά» για να πετάξουμε σε κόσμους δίκαιους και ελεύθερους.

Και για τους πιο «ψαγμένους», την καταγγελία των πετρελαϊκών εταιρειών για την καταστροφή που υφίσταται το περιβάλλοντος, εν ονόματι του κέρδους και των άνομων συμφερόντων τους.

Και για να έρθω στα προηγούμενα. Μια παράσταση που αρχίζει με ένα θάνατο, συνεχίζεται με μια κηδεία και τελειώνει με ένα αποχωρισμό.

Φέτος αισίως κλείνετε τα 20 χρόνια λειτουργίας του θιάσου «θέατρο Κάτω από τη Γέφυρα» που πρώτος οραματιστήκατε. Τι σας έχουν διδάξει όλα αυτά τα χρόνια; Ποια σοφία «κουβαλούν»; Ποια είναι τα θεατρικά σχέδιά σας για το μέλλον? Με ποια ιστορία θα καταπιαστείτε;

Πριν είκοσι χρόνια πίστευα ότι μπορώ να κάνω καλύτερο τον κόσμο, αλλά φαίνεται ότι ήταν λίγα για τις ελάχιστες δυνάμεις μου.

Χρειάζεται να προσπαθήσω κι άλλο, αλλά … γέρασα.

Και τώρα, πρέπει – όσο μπορώ – να βοηθήσω αυτούς που θα συνεχίσουν…

Αυτοί, ίσως το πετύχουν. Αλλά κι αν δεν τα καταφέρουν ούτε αυτοί, κι ο κόσμος δεν αλλάξει … τουλάχιστον θα έχουν προσπαθήσει.

Κι αυτό θα τους έχει κάνει καλύτερους τους ίδιους.

Όσο για τα μελλοντικά μου σχέδια και τις ιστορίες που θα καταπιαστώ, τι να σας πω … Τα είκοσι χρόνια … «σοφίας», (κι άλλα 25 πριν) μου έχουν δείξει ότι στο θέατρο δεν υπάρχουν «σχεδιασμοί».

Μόνο ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ, με την προϋπόθεση να έχουμε την υγεία μας.

ΠΗΓΗ

Σας άρεσε; Μοιραστείτε το!